προεφίστημι

προεφίστημι
προεφ-ίστημι,
A call one's attention to beforehand,

π. τοὺς ἀκούοντας ἐπί τι Plb.10.2.1

.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • προεφίστημι — Α εφιστώ την προσοχή, καθιστώ προσεκτικό κάποιον εκ τών προτέρων. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + ἐφίστημι «κάνω κάποιον να προσέξει»] …   Dictionary of Greek

  • ίστημι — ἵστημι (ΑΜ) 1. τοποθετώ όρθιο κάτι, στήνω («ἔγχος μέν ῥ ἔστησε φέρων πρὸς κίονα» Ομ. Ιλ.) 2. (για ανδριάντες, οικοδομές, τρόπαια) ιδρύω, εγείρω («ἔστησε τρόπαια») μσν. (το μέσ.) ἵσταμαι 1. είμαι όρθιος, στέκομαι 2. (για οικοδομήματα) υψώνομαι,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”